Σάββατο 1 Ιουνίου 2013

Διάλογοι δαιμόνων, περί έρωτος

Μεγάλη στεναχώρια ένιωθα και πήγα να την μοιραστώ. Ο δαίμονας, καθισμένος και σκεπτικός ως συνήθως, ατένιζε τη θάλασσα σκεπτόμενος τις ακτές στην άλλη πλευρά της.

Πλησιάζοντας ένιωσα την παγωμένη αύρα του, το ιώδιο και το αλάτι στον αέρα μεταμορφώνονταν σε πολύχρωμες νιφάδες.

-Σε τί οφείλω την τιμή;
-Με απασχολεί ένα ζήτημα τώρα τελευταία.
-Εσείς οι άνθρωποι...
-Είναι μια γυναίκα, μια γυναίκα που ποτέ δεν συνάντησα.
-Αλλά; Θα ήθελες;
-Όχι ακριβώς, όχι απαραίτητα. Απλά...
-Απλά ένα κομμάτι σου νιώθει ότι κάτι λείπει.
-Ναι, ένα κενό.
-Μήπως τα κενά δημιουργούνται επειδή δεν έχεις με τί να τα γεμίσεις και αναζητάς άλλους να σου τα γεμίσουν;
-Μπορεί.
-Ψάχνεις τον έρωτα για να διώξει την λύπη;
-Ναι.
-Δεν ξέρεις ότι αυτοί οι δυο είναι φίλοι;
-Εγώ γυναίκα έψαχνα.
-Ναι, δεν σου αρέσουν αυτά. Οι πράξεις υπερτερούν των λογιών;
-Η ιδέα είναι συνυφασμένη με την ύλη.
-Και πώς εξηγείς την ύπαρξή μου;
-Εσύ... είσαι δαίμονας, είσαι έξω από τον κύκλο της φθοράς και της δημιουργίας.
-Εσείς οι άνθρωποι, ονομάζετε δημιουργία την καταστροφή. Πάντα βλέπετε αυτό που συμφέρει και όχι αυτό που είναι.

Ένα καΐκι πέρασε από απόσταση, το πλήρωμα αποροφημένο στα καθήκοντά του, ο κινητήρας να δουλεύει σταθερά.

-Που έλεγα πριν, το αίσθημα μοναξιάς.
-Την νιώθεις εσύ ή σε βάζουν άλλοι;
-Ποιοι;
-Γονίδια.
-Με εγώ τα νιώθω.
-Τί είναι εσύ;
-Εγώ, το σώμα μου.
-Μπορείς να σταματήσεις τη καρδιά σου;
-Όχι
-Μπορείς να πεις στα κύτταρα να μην διαιρούνται;
-Όχι.
-Πώς είσαι λοιπόν το σώμα σου;
-Ξέρεις τί εννοώ, αν δεν βρω έρωτα θα υποφέρω.
-Γιατί να υποφέρεις;
-Γιατί θα μου λείπει.
-Δεν μπορείς να κλείσεις το κενό από μόνος;
-Μπορώ αλλά θέλω δύναμη.
-Δύναμη που σου δίνω και σου έδινα και θα σου δίνω.
-Μα γιατί δαίμονα;
-Κάποτε ήμουν αδύναμος, στο συμφέρον μου είναι να εξαλείψω τους αδύναμους. Μην το βλέπεις σαν βοήθεια, δες το σαν δημιουργία δυνατών.
-Δηλαδή μου λες ότι αυτός που κυνηγάει και υποτάσσεται στα αισθήματα είναι σκλάβος και αδύναμος;
-Και ζώο του χώματος, αντί για ενέργεια σαν του ηλίου που έδωσε ζωή στο πλανήτη σου.
-Και πώς μπορώ να μην είμαι αδύναμος;
-Σκότωσε τα κομμάτια που σε ενοχλούν. Στο κενό που θα μείνει θα συγχωνευτώ. Δεν θα υπάρχεις όμως δεν θα υποφέρεις. Γνώσεις θα σου δώσω, έχω περισσότερες από τους περισσότερους ανθρώπους.
-Και ποιο είναι το αντάλλαγμα;
-Δεν υπάρχει, είπα ότι εξοντώνω την αδυναμία.
-Ας είναι λοιπόν, τέρμα στην αδυναμία.
-Τέρμα.
-Καταλαβαίνω τώρα, η ανάγκη για έρωτα είναι ένα τυραννικό παγίδευμα των γονιδίων. Δύσκολο να ξεφύγεις μα απαραίτητο.
Μην βλέπεις τους άλλους σαν εχθρούς και ανταγωνιστές, αλλά σαν σκλάβους που υποφέρουν σαν κι εσένα. Μην τους εξοντώσεις, απελευθέρωσέ τους. Βέβαια πρέπει να το θέλουν και οι ίδοι.
-Αντίο.
-Αντίο άνθρωπε, γεια σου εαυτέ.

Το καΐκι που απομακρυνόταν λύγιζε από το βάρος ενός ναύτη που μάθαινε ότι θα χώριζε, το μεταλλικό του σώμα πάλευε με το αλάτι της θάλασσας εκεί που κάποτε ξεκουραζόταν στα έγκατα του πλανήτη.