Κυριακή 4 Αυγούστου 2013

Διάλογοι δαιμόνων, περί οικογένειας

Το σώμα μου έπεφτε στο γκρεμό και άφηνε κομμάτια του σε κλαδιά δέντρων που προεξείχαν, έβαφε πέτρες που τον στόλιζαν με ωραίο κόκκινο χρώμα.
Μέχρι να πέσω άρχισα να βλέπω δαίμονες να χορεύουν γύρω μου, σαν σε πανηγύρι. Με καλούσαν να επανενωθώ μαζί τους και θα το έκανα αν δεν ξυπνούσα.

Το βίαιο ξύπνημα στο νοσοκομείο συνοδεύτηκε από απότομη επίθεση των απαίσιων οσμών του στη μύτη μου.
Μια νοσοκόμα ήταν το μοναδικό άτομο που με κοίταζε, δεν μου πήρε πολύ να καταλάβω ότι ήταν ο δαίμονας που είχε μεταμφιεστεί.

-Ξέχασες ότι το σώμα σου δεν πετάει σε αυτή τη διάσταση;
-Δεν με νοιάζει, είναι ελαττωματικό έτσι και αλλιώς.
-Εσύ φταις που έγινε έτσι.
-Δεν το νομίζω, τα γονίδια που κληρονόμησα ευθύνονται για αυτό.
Όσο καλά και να το φροντίζω, όσο καλούς γιατρούς και φάρμακα κι αν έχω, απλά συντηρώ ένα κατασκεύασμα που είναι προορισμένο να καταρρεύσει.

-Τί είναι η οικογένεια λοιπόν;
-Ένα σύνολο ανθρώπων με τους οποίους μεγαλώνεις.
-Είναι απαραίτητη, θεωρείς;
-Για τον κοινό άνθρωπο, ναι. Τώρα που έχω δει την αλήθεια αποτελεί απλά ένα κατάλοιπο του παρελθόντος. Το μόνο που μένει είναι ο θάνατος και η παύση της αντιγραφής των γονιδίων.
Δεν επέλεξα να έρθω όμως επιλέγω όταν φύγω να μην αφήσω τίποτα πίσω.