Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2015

Μόνος στο σπίτι

Τα βράδια δεν άλλαξαν. Ξαπλώνω και τυλίγομαι, πλάθω το στρώμα με το σχήμα μου, μια προσωρινή σαρκοφάγος.
Το μονότονο βουητό του υπολογιστή δεν βοηθάει και τον κλείνω. Δεν έχω ανάσα να συγχρονίσω τη δική μου. Και την συγχρονίζω ακούγοντας τον εαυτό μου. Μια άσκηση υπομονής.

Δεν ξέρω τί να κάνω με τα χέρια μου και τα αφήνω αμήχανα να ταλανίζονται σαν άχυρα που χορεύουν στο νοτιά. Ο ύπνος δεν είναι το δύσκολο, όχι. Με τα βήματα που δεν ανήκουν σε κανέναν, με τα κλαδιά που μαστιγώνουν τους τοίχους και που χαράζουν τα παραθυρόφυλλα.
Με το περιστασιακό πέρασμα κάποιου νυκτόβιου οδηγού που επιστρέφει από διασκέδαση ή ξεκινάει τη βάρδια του ή την έχει τελειώσει και γυρίζει στην εστία του.

Δύσκολα είναι τα πρωινά που ξυπνάς με οικείες φωνές που δεν ακούγονται πια. Που τρως καί τις μερίδες που κανονικά δεν θα περίσσευαν. Η μόνη χαρά το μεσημέρι με την ισόποση απόσταση από το πρωί και τη νύχτα.
Με το φως μιας διαστημικής σόμπας που με βοηθά να ξεχάσω, έστω και για λίγο, το σκοτάδι που θα ξανάρθει μόλις αυτή η σφαίρα συνεχίσει το ταξίδι της.

Έτσι περνούσαν οι μέρες και οι νύχτες και τα καταθλιπτικά ηλιοβασιλέματα. Η πιο τραγική στιγμή που σηματοδοτεί την έναρξη της αγωνίας. Τα άγχη σαν χείμαρροι έρχονται από αόρατα αυλάκια στον αέρα και κατεβαίνουν στον εγκέφαλο, απρόθυμο λήπτη δεδομένων σε γραμμή υψηλής ταχύτητας.
Κρυπτογραφημένες πληροφορίες που εγκαθιστώνται, πεταμένες σαν σε χωματερή που δεν θα τις ανακυκλώσει ποτέ.

Ένα τέτοιο βράδυ συνέβη και η ιστορία μου. Πιο ήρεμο από ότι συνήθως και με λιγότερα άγχη από ότι συνήθως, ήταν τελικά ένας τρόπος για το σύμπαν να ισορροπήσει την ταραχή που ερχόταν.
Το χτύπημα στο παράθυρο σαν τότε που ξεχνούσε τα κλειδιά κι έπρεπε να ξεκλειδώσω. Το αγνόησα, θα ήταν κάποιο σπουργίτι που επέστρεφε από διασκέδαση ή πήγαινε για έντομα ή επέστρεφε από κυνήγι στη φωλιά του.

Τα ζεύγη χεριών μου, σαν άχυρα στο νοτιά κρατούσαν μακριά ένα κουνούπι που ξεγλιστρούσε από το υπερηχητικό μου χειροκρότημα.

Και χτύπησε η πόρτα, τρεις φορές και μετά παύση. Τρεις φορές κάθε μερικά λεπτά. Δεν μπορεί να ήταν το κούριερ, ερχόμενο να ανακοινώσει τη νίκη σε κάποιο μακρινό μέτωπο. Όχι δεν παρήγγειλα κάτι τέτοιο.

Ένα σχεδόν υπνωτικό χτύπημα που έδιωχνε τα άγχη. Το κακό που ξορκίζεται στο ξύλο. Με βοηθούσε και με τις αναπνοές αλλά αντί να κοιμίσει αφύπνιζε.

Με ανανεωμένη ενέργεια, ενέργεια που δεν προερχόταν από το φαΐ που δεν έφαγα πήγα να ανοίξω.

Στη πόρτα ήμουν εγώ. Μου είπα για όσα είχα δει καθώς γύριζα στον πλανήτη. Μέρη απάτητα που έπρεπε να μείνουν έτσι, σεντόνι χιονιού σε τεράστιες κρεβατώδεις κοιλάδες. Μου είπε για μάτια σε απόμερες ρεματιές, στις σκιές ιτιών.

Μάτια που μέρες δεν θα θωρήσουν
μάτια που νύχτες ανοίγουν με πείνα
που βλέπουν τα άστρα με νόστο και πόθο
μάτια της γης, εξωγήινα όντα

που θωρούν γαλαξίες, καθρέφτες τους είναι
το μέλλον, παρόν, παρελθόν θα προβάλλουν
περιμένοντας μάτια να 'ρθούνε ξανά

Με καληνύχτισα και αφού μου έδωσα προμήθειες για τη συνέχεια του ταξιδιού μου, κλείδωσα τη πόρτα και κοιμήθηκα ξανά. Για πρώτη φορά η ομπρέλα των ιστοριών που άκουσα διέκοψε την ροή δεδομένων και για πρώτη φορά ονειρεύτηκα, κατάφερα να ονειρευτώ τον αγαπημένο μου εφιάλτη.

Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2015

Άδειο σπίτι

Οι δρόμοι μου γεμάτοι άγνωστα πρόσωπα με άγνωστη πορεία
ο ποταμός αμαξιών μας χωρίζει σε δυο όχθες και οι γέφυρες στις διαβάσεις μας ενώνουν
Το μικρό μου διαμέρισμα είναι ζεστό και άδειο, καθαρό και τακτοποιημένο
ένας φάρος που με περιμένει από τη ψαριά της ημέρας

Το παλιό μου σπίτι παραμένει άδειο, τακτοποιημένο και σκονισμένο
οι άδειοι δρόμοι που περπατούσα κάποτε φθείρονται από το πέρασμα του χρόνου
εκείνα τα όνειρα που έκανα τότε, με τα ζωηρά χρώματα και τη ζέστη
'γίναν η γκρίζα καθημερινότητά μου, συμπληρωμένη από τη ρύπανση που φτάνει στα αυτιά και τα ρουθούνια μου

Η ανάμνηση πόνου επανέρχεται κάθε φορά που πέφτω και χτυπάω το γόνατο
όμως στο όνειρο δεν πονάω ποτέ, θα μείνω εκεί για πάντα.

Αυτό το κείμενο είναι προϊόν φαντασίας.

Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2015

Foraging

Εκείνη τη νύχτα κοιμήθηκε ανήσυχα αισθανόμενος ζεύγη οφθαλμών να τον παρατηρούν εντόνως. Σαν να έπαιζε σε παλιά ταινία όπου προσπαθούσε να αποδράσει όσο προβολείς καταπίεζαν κάθε του βήμα αντικαθιστώντας το απελευθερωτικό σκοτάδι με καταπιεστικό φως.

Ξύπνησε μόνος σε κρεβάτι για δυο, σε δωμάτιο για τέσσερις και σε σπίτι για οκτώ. Έφαγε μόνος πρωινό σε τραπέζι για έξι, με έξι καρέκλες που δεν ήταν σκονισμένες, απόδειξη ότι τις χρησιμοποίησαν πρόσφατα.
Αλλά δεν θυμόταν να είχε καλεσμένους το προηγούμενο βράδυ.

Πριν φύγει, επισκέφτηκε την αλουμινένια καλύβα όπου κρατούσε το καλάθι με το σκαλιστήρι. Αν και δεν είχε ξαναμαζέψει μανιτάρια, είχε σκεφτεί πως θα τον βοηθούσε να τα βγάζει πιο εύκολα.
Δεν ήξερε γιατί ήθελε να μαζέψει μανιτάρια, δεν θυμόταν να το είχε ξανακάνει πέρυσι.
Το φως στη καλύβα ήταν αναμμένο, πράγμα περίεργο επειδή χτες το βράδυ δεν είχε πάει εκεί. Οπότε ποιος θα μπορούσε να το είχε ανάψει.

Αφού ντύθηκε, είχε βγάλει τα ζεστά ρούχα με τον ερχομό του φθινοπώρου για να ετοιμάζεται σιγά σιγά για το χειμώνα, χάρηκε που το είχε κάνει επειδή τα κρύα είχαν έρθει πιο νωρίς εκείνη τη χρονιά. Αφού ντύθηκε λοιπόν, κίνησε να ανέβει στο βουνό που γειτνίαζε με τον οικισμό στον οποίο διέμενε τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής του.

Πήρε τον ανηφορικό δρόμο στα ανατολικά με χαλαρό βηματισμό γιατί μόλις είχε φάει και ένιωθε βαρύς. Τα μελάτα αυγά δεν ήταν καλή ιδέα για πρωινό τελικά. Επειδή ήταν αργία, όλα τα αυτοκίνητα της γειτονιάς ήταν σταθμευμένα με αποτέλεσμα μια μακριά σειρά πολύχρωμων μετάλλων υγραμένων από την πάχνη να τον συνοδεύουν σε αυτόν τον πρώιμο περίπατο.

Όταν είχε απομακρυνθεί αρκετά από το σπίτι, έστριψε προς τους πρόποδες του βουνού όπου τα πρώτα δέντρα, αραιά στην αρχή, σηματοδοτούσαν το πέρασμά του στο δάσος.
Εκείνο το πρωί η ομίχλη δεν έλεγε να διαλυθεί και σαν σφουγγάρι απορροφούσε το χρώμα από οτιδήποτε τολμούσε να λάμψει περισσότερο από το μαύρο χώμα και τις γκρίζες πέτρες.
Κάποια βατόμουρα διατηρούσαν το κόκκινο χρώμα τους, δειλιάζοντας πίσω από τα συρρικνωμένα φύλλα των θάμνων. Μόνο κάποιοι υάκινθοι φεγγοβολούσαν θαρραλέα το μοβ τους αψηφώντας την καταχνιά.

Απορροφημένος από αυτό το θέαμα, αυτή τη χρωματική αντίθεση προχωρούσε όλο και βαθύτερα στο δάσος ώσπου οι πελώριοι κορμοί μόνωσαν κάθε ήχο πολιτισμού. Ξύπνησε ξανά το απόγευμα με το καλάθι του γεμάτο κάθε λογής μανιτάρια, χωρίς να θυμάται πού και πώς τα συνέλεξε.

Ήταν καιρός να γυρίσει πίσω. Αφού έπλυνε τα μανιτάρια προσεκτικά και τα έκοψε άρχισε να τα μαγειρεύει. Όμως παρατήρησε πως ένα από αυτά ήταν ένα ανθρώπινο δάχτυλο. Σκέφτηκε ότι ίσως να έκοψε το δικό του όταν λιποθύμησε στο δάσος όμως τα έλεγξε και ήταν όλα εκεί, καί τα δώδεκα.

Δεν έδωσε πολλή σημασία και τα έριξε στο τηγάνι, μαζί με το δάχτυλο και τα μαγείρεψε για να τα φάει, συνοδεία κρασιού.
Την άλλη μέρα τον βρήκαν νεκρό, το δάχτυλο του είχε καθίσει στο λαιμό.

Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2015

Το προαναγγελθέν χρονικό ενός στοιχειώματος

Ξύπνησα από έναν γεμάτο, ξεκούραστο ύπνο απροσδιόριστης διάρκειας. Γύρω μου τα δέντρα είχαν ψηλώσει, σαν περαστικοί που παρακολουθούν ακινητοποιημένοι κάποιον που έπεσε.

Η πορεία της επιστροφής ήταν ντροπιαστική, υποτίθεται ότι δεν θα επέστρεφα. Κι όμως, ήμουν εκεί. Στο δρόμο της επιστροφής.
Τρία ζώα είδα παρατημένα στο δρόμο μου που ήταν νεκρά. Πρώτα ένα αρνί, έπειτα έναν σκύλο και στο τέλος έναν πελεκάνο.

Ήταν σε εκείνο το σημείο που θα έστριβα για να μπω στη παλιά μου γειτονιά. Και το θέαμα που θα αντίκριζα πρώτα ήταν κάτι που δεν περίμενα. Πάνω σε όλα υπήρχε ένα σέπια φίλτρο, όλα έμεναν απαράλλαχτα με εξαίρεση το σπίτι μου που ήταν περικυκλωμένο από μια φούσκα.
Μια φούσκα που μου έδειχνε εικόνα από το μέλλον.

Το σπίτι είχε αλλάξει και νέοι κάτοικοι περπατούσαν τους χώρους του, άνοιγαν τις πόρτες του, έπλεναν τα παράθυρά του και ονειρεύονταν το μέλλον τους στα υπνοδωμάτιά του.

Αποφάσισα να τους διώξω με το νέο μου σώμα, ένα σώμα που κρεμόταν από αόρατες κλωστές που έρχονταν από τον ουρανό.
Για να τους τρομάξω, αποφάσισα να ακολουθήσω μια διακριτική προσέγγιση. Θα άλλαζα ελαφρώς τις θέσεις των αντικειμένων, θα κλείδωνα ξεκλείδωτες πόρτες με τα νέα μου δάχτυλα που μπορούσαν να πάρουν τη μορφή της κοιλότητας που καταλάμβαναν.
Θα έκλεινα τα φώτα σε σκοτεινά δωμάτια και θα τα άναβα σε φωτεινά.

Στην αρχή, οι μικρές μου ενοχλήσεις θα περνούσαν απαρατήρητες. Από μια έμφυτη επιθυμία που έχουν οι περισσότεροι άνθρωποι να αγνοούν τα περίεργα, δυσάρεστα και ανεξήγητα φαινόμενα των ζωών τους.
Κάποιος θα έλεγε ότι και η ίδια η ζωή τους ήταν ένα από αυτά.
Στη πορεία όλο και κάτι θα υποψιάζονταν, το κόκκινο πιπέρι στην αλατιέρα και το αλάτι σε κύκλους στο πάτωμα.

Θα εγκατέλειπαν το σπίτι και στο τέλος θα επέστρεφε στα χέρια μου, τα νέα μου διάφανα χέρια η κατοικία μου.


Είχα αποφασίσει να ξεκινήσω το στοίχειωμα την ίδια βραδιά.

Σάββατο 1 Αυγούστου 2015

Το χρονικό ενός θανάτου

Επειδή ο χρόνος δεν είναι γραμμικός αλλά τα πάντα συμβαίνουν συνεχώς την ίδια στιγμή, τα γεγονότα που θα περιγραφούν δεν ανήκουν απαραίτητα στο παρελθόν. Μπορεί και να ανήκουν στο μέλλον, απλά επειδή τα έχω ήδη δει τα εκλαμβάνω ως ήδη γενόμενα.
Γιατί ο χρόνος για έναν άνθρωπο είναι σαν μια φωτογραφία, όπως φαίνεται ολόκληρη έτσι και ο άνθρωπος έχει ήδη κάνει όλα όσα θα μπορούσε και απλά περιμένει να υλοποιηθούν.

Για τις ανάγκες της οργάνωσης των συμβάντων και της πιο κατανοητής παρουσίασής των θα χωρίσω τα συμβάντα σε τρία ισομερή τμήματα. Η συνολική διάρκεια της ιστορίας που περιγράφω απλώνεται στο διάστημα τριάντα γήινων ημερών. Δεν είναι απαραίτητα ένας ημερολογιακός μήνας που αρχίζει στη μία και λήγει στις τριάντα. Μπορεί να ξεκίνησε στα μέσα ενός μηνός και να τελείωσε στα μέσα του επόμενου.

1/3
Ασκούμαι το πρωί και το βράδυ έχοντας χωρίσει το βάρος 50/50. Τρέφομαι μία φορά στο ενδιάμεσο. Κοιμάμαι και ξυπνάω νωρίς. Πριν ξεκινήσω την άσκηση παίρνω το φάρμακο. Η δόση έχει παραμείνει η ίδια για τον τελευταίο χρόνο.
Η διάθεση χαρακτηρίζεται από απάθεια και ο ύπνος είναι ήσυχος. Το σώμα αντιδράει καλά στην άσκηση και το νιώθω υγιές αλλά όχι ανεξέλεγκτο.
Μιλάω σε ανθρώπους και λίγο αργότερα ξεχνάω το περιεχόμενο της κουβέντας και τα πρόσωπα μοιάζουν σαν να βγήκαν από κάποιο όνειρο και να μην ανήκουν στη πραγματικότητα.
Αμφιβάλλω για το αν μιλήσαμε και δεν έκατσα να κάνω υποθετικούς διαλόγους με τον εαυτό μου.

2/3
Η άσκηση παραμένει μοιρασμένη στα δυο αλλά την έχω εντατικοποιήσει. Το σώμα αντέχει περισσότερο και δεν θέλω να του αφήνω περισσευούμενη δύναμη. Η δόση του φαρμάκου δεν κάνει δουλειά πια. Είναι σαν να μην το παίρνω. Η αρρώστια ξύπνησε και με χτυπάει πιο δυνατά από τη προηγούμενη φορά που μου ξέφυγε.
Αυτό επηρέασε τις συνήθειες του ύπνου μου. Άρχισα να βλέπω μορφές, σχήματα περιγράμματα που δεν περιορίζονται στα όνειρα. Έχουν μεταφερθεί από τον καμβά εκείνο στον ξύπνιο μου. Σε γωνίες και στροφές, σε φράχτες και κάγκελα, όταν σκοτεινιάζει αρχίζω και τα διακρίνω.
Τα περίεργα κι εκκεντρικά όντα από τα όνειρά μου.
Έχω αρχίσει να χάνομαι, δεν βρίσκω το δρόμο μου. Θα φροντίσω να μην βγαίνω έξω παρά μόνο αν είναι απαραίτητο.

3/3
Δεν βλέπω πια οφέλη από την άσκηση και την έχω εγκαταλείψει. Αύξησα τις αναλογίες στο φάρμακο και η ασθένεια υποχώρησε αλλά μαζί έβλαψα και το σώμα. Ίσως για αυτό δεν με βοηθάει η άσκηση πια.
Οι μορφές, άρχισαν να ψιθυρίζουν. Δεν κοιμάμαι πια. Παραμένω ξαπλωμένος με ένα φως δίπλα μου μέχρι την ανατολή.
Συνεχίζω να τρώω μια φορά την ημέρα αλλά σύντομα δεν θα μου χρειαστεί.

Σήμερα είναι η μέρα. Με το εργαλείο στη τσέπη ανέβηκα πάνω στο δάσος, μπήκα μέσα του. Δεν ήταν η σωματική δύναμη που με τραβούσε. Χλωμός σαν πτώμα, ανέκφραστος περπάτησα με ευκολία. Με δύναμη που δεν προερχόταν από τους μύες, μια δύναμη εξωτερική. Εγώ ο ίδιος εγκατέλειψα το σώμα και το έσπρωχνα πάνω σαν άνεμος, μια σάρκινη μαριονέτα υποχείριο της ανίερης θέλησής μου.
Ο σκοτεινός σκοπός μου διέφευγε των νοητικών δυνατοτήτων του σώματος.
Πέθανα όρθιος, δεν ξέρω αν πέτρωσα και συνέχισα να στέκομαι υπερήφανος ή έπεσα ταπεινωμένος στο έδαφος σαν τις πευκοβελόνες. Ένιωσα να χάνεται η συνείδηση και θόλωσα.

Συνεχίζεται..

Τετάρτη 1 Ιουλίου 2015

Στρώσεις

Η πιο πρώιμη ανάμνηση του εαυτού μου με θέλει να καίγομαι στον ήλιο. Το πρωτοφανές για τότε συναίσθημα της τεράστιας αιωρούμενης σόμπας, εικόνες των κηλίδων της να μένουν στα μάτια μου και αφού τα κλείσω.

Οι ζέστες των καλοκαιριών υπενθύμιζαν την αφύσικη παρουσία της ζωής. Γεννημένη να ζει στο σκοτάδι, προορισμένη να καταστραφεί από το φως, προσαρμόστηκε σε αυτό, το ρούφηξε και γιγαντώθηκε.
Το αίσθημα της πυρακτωμένης άμμου, της ασφάλτου που εξατμίζεται και σου επιτρέπει να εισπνεύσεις την πίσσα, το σκοτάδι από το οποίο προήλθες.

Η θερμότητα, παρ' όλα αυτά δεν κράτησε για πάντα. Όπως ο οργανισμός συνηθίζει στην αρρώστια και την αντέχει, όπως το μέταλλο δεν λιώνει έτσι κι εγώ αντέκρουσα τη ζέστη. Συνηθισμένος από τη περιπλάνηση στην έρημο, μαθημένος να μην περιμένω πια οάσεις, το βάρος της ζέστης που άλλοτε με βύθιζε σε κινούμενη άμμο τώρα με έσπρωχνε σαν ζεστός αέρας που φουσκώνει τα μπαλόνι του αερόστατου.

Ο νους χανόταν σε μια δίνη και αν δεν ήταν το σώμα να λειτουργήσει σαν άγκυρα σε αερόπλοιο, δεν θα επέστρεφα ποτέ. Και με κάθε επιστροφή έφερνα μαζί μου περίεργες ιδέες από τη δίνη, ιδέες που δεν εφάρμοζαν όπως τα τουβλάκια του τετρις.
Χρειαζόταν η γλυπτική επιδεξιότητα της θέλησης για το σκάλισμα των αταίριαστων μερών.

Κι έτσι, με κάθε ιδέα να στρώνει και μια νέα σειρά τουβλακίων έβλεπα να δεσπόζει το ιδεολογικό μου οικοδόμημα.
Και οι ζέστες όλο και θέριευαν αλλά τις ένιωθα σαν δρόσο. Γράφουν και μιλάνε οι περιβαλλοντολόγοι για την αλλαγή στο κλίμα, ατροφούν τα νεύρα κάποιων ανθρώπων αλλά στη δική μου περίπτωση οι κάψες έσβηναν.

Ο μεγάλος κι ευρύς κόσμος με τις μυρωδιές και τους ήχους, με τα φώτα και τις σκιές, ο κόσμος που σε κάνει να αισθάνεσαι ένας ξένος μουσαφίρης εδώ έμοιαζε να μικραίνει.
Βέβαια με την τεχνολογία της πληροφορίας, με τις ταχύτατες μεταφορές οι αποστάσεις δεν μετράνε το ίδιο πια. Όμως στη δική μου περίπτωση τα μεγέθη και οι αποστάσεις, η γεωμετρία ολόκληρη μαζί με το χρόνο έφθιναν.

Και όσο κοιτούσα έξω θέλοντας να παγιδεύσω με τις αισθήσεις όσα παγίδευα και πριν, τόσο έχανα από τη μνήμη την εικόνα του πριν. Αυτήν που με έκανε να νομίζω ότι οι ζέστες έκαιγαν, που με έκαναν να αναζητώ δροσιά ενώ αυτή ήταν παντού.

Το σώμα λειτουργούσε ως μόνωση από την πραγματικότητα και με κάθε προστιθέμενη στρώση δυνάμωνε η αποτελεσματικότητά του. Τόσο που αν κρατούσα κλειστές τις πύλες τίποτα δεν θα δραπέτευε από το νου και τίποτα νέο δεν θα εισέβαλλε μέσα.
Τόσο που οι ιδέες άρχισαν να μουχλιάζουν και να ζυμώνονται σε νέες. Κι έπαψα να αναζητώ τις μυρωδιές και τους ήχους, τα φώτα με τις σκιές. Κι έπαψα να ψάχνω κάτι που δεν θα μπορούσα να βρω ποτέ.
Χάνεται μονάχα αυτός που έχει προορισμό.
Οι λαμπεροί καύσωνες δεν διέφεραν από τον χειμώνα πια. Και η όραση αν και δεν εξασθένησε ιδιαίτερα, δεν έβρισκε αυτά που συνήθιζε να βρίσκει.

Γιατί γύρω μου τα πάντα εξουδετερώθηκαν από την πραγματομόνωση και τότε, για πρώτη φορά μετά από καιρό, σε έξαψη, με ζέση σαν του ήλιου, στροβιλιζόμενος στη δίνη κατάλαβα ότι δεν χρειαζόταν να ψάχνω έξω, κατάλαβα πως ο κόσμος· είμαι εγώ.

Δευτέρα 1 Ιουνίου 2015

Κλειδοκύμβαλο

είχε λιακάδα και φυσούσε βοριάς
περπάτησα στην άμμο και τα κύματα από τα αριστερά μου γέμισαν τα ίχνη
και κοίταξα πίσω και δεν είδα τίποτα

περπάτησα στα κοφτερά βράχια και οι κόκκινες κηλίδες εξατμίστηκαν
και κοίταξα πίσω και δεν είδα τίποτα

άπλωσα τις παλάμες στις σταγόνες που έσταζαν για να τις διαφυλάξω
και κοίταξα πίσω και είδα κάτι
ριζωμένος άπλωσα τα δάχτυλα των δαχτύλων μου και έκανα σκιά

δεν έβλεπα τη δροσιά που πρόσφερα
είχε λιακάδα μα ήταν σκοτεινά

Σάββατο 2 Μαΐου 2015

Διασχίζοντας το κύκλο

Κάθε φορά που ξεκινώ δεν σκέφτομαι την επιστροφή κι ούτε το ξεκίνημα. Δεν σκέφτομαι πόσο θα κοπιάσω κι ούτε το χρόνο που σπαταλώ. Μέχρι να φτάσω στα μισά καθησυχάζομαι με τη σκέψη ότι δεν απομακρύνθηκα πολύ από το σημείο εκκίνησης και μπορώ να επιστρέψω.
Φτάνοντας στα μισά της απόστασης με περιμένει η επιστροφή. Είτε επιστρέψω, είτε συνεχίσω η απόσταση παραμένει η ίδια. Και συνεχίζω το ταξίδι αντιστρέφοντας το χρόνο, το δεύτερο μισό καθρεφτίζει το πρώτο.

Ο μόνος τρόπος για να αποφύγω την επανάληψη του κύκλου καθώς διανύω αποστάσεις είναι να μην κάνω ποτέ κύκλους. Να συνεχίζω για πάντα σε ευθεία. Έτσι αποκτώ ποικιλία στο ταξίδι όμως χάνω κάθε ευκαιρία να επιστρέψω κάποτε.
Αυτό είναι το καλό των κύκλων, μπορεί να επαναλαμβάνονται, να σε κάνουν να βαριέσαι όμως σε επιστρέφουν πάντα σε γνώριμα μέρη.

Αξίζει άραγε να θυσιάσεις την οικειότητα που αποκτάς μέσα από την επανάληψη, με καταστάσεις και μέρη για μια ευθύγραμμη μοναχική πορεία με μόνη αμοιβή τη συνεχή και σχεδόν ασταμάτητη ανάπτυξη του εαυτού;
Κοπιάζεις καί στα δύο, καί στο κύκλο αλλά και στην ευθεία. Πιθανόν η συνολική προσπάθεια να είναι ίδια. Απλά στη περίπτωση της ευθείας δεν επιστρέφεις πουθενά, δεν κοιτάς ποτέ πίσω. Τη στιγμή που θα το κάνεις χέρια σε τραβάνε πίσω, αναιρούν την εξέλιξη, κόβουν το κομμάτι γης που διάνυσες και σε φέρνουν στην αρχή ξανά. Είναι κι αυτός ένας τρόπος φαντάζομαι να μετατρέψεις την ευθεία σε κύκλο.

Πέμπτη 2 Απριλίου 2015

Σχέδιο βελτίωσης

Αν υπάρχουν πολλά σύμπαντα, σε ένα από αυτά το παρόν βλόγιο είναι πετυχημένο. Αν μπορούσα να κρυφοκοιτάξω μέσα από ένα παραθυράκι του χωροχρόνου στη διάσταση εκείνη, θα έβλεπα ποια στοιχεία το έκαναν κερδοφόρο και θα τα αντέγραφα.

Ένας τρόπος θα ήταν ανάμεσα στις παραγράφους να καταχωρώ διαφημίσεις. Κάθε δεύτερη λέξη να περιείχε υπερσύνδεσμο προς κάποια ιστοσελίδα. Θα οργάνωνα εκδηλώσεις με μόνο σκοπό τη προώθηση του βλογίου. Θα έκανα διαγωνισμούς με δώρα των μελλόντων χορηγών μου. Θα έστελνα γραπτά μηνύματα σε ανυποψίαστους συνδρομητές τηλεφωνίας.

Με τα πρώτα έσοδα θα αγόραζα τις υπηρεσίες εταιρείας προώθησης για να μεταφράσω το βλόγιο σε περισσότερες γλώσσες και να το φέρω στο ψηφιακό κατώφλι ακόμη περισσότερων ομάδων στόχων. Τα νέα είδη κοινού που θα εισέρρεαν παροδικά θα κρατούσαν φρέσκια τη σύσταση του αναγνωστικού κοινού και ζωντανό το ενδιαφέρον για περισσότερες αναρτήσεις.

Όσο θα γιγαντωνόταν η προσπάθεια τόσο θα προσελάμβανα συγγραφείς που έπειτα από καθοδήγηση και εκμάθηση θα συνέχιζαν τις αναρτήσεις διατηρώντας αναλλοίωτο το συγγραφικό μου ύφος, δίδοντάς μου την ευκαιρία να ανοιχτώ σε άλλους τομείς δραστηριότητας. Οι πρώτες φήμες για την εγκατάλειψη του βλογίου από πλευράς μου και η ανάθεση του δυσβάστακτου φορτίου σε μισθωτούς θα αντιμετωπίζονταν με πανστρατιά δικηγόρων που θα κατέπνιγαν τις αρνητικές προδιαθέσεις όπως οι εποχικοί πυροσβέστες σβήνουν καλοκαιρινές πυρκαγιές, όπως οι οθωμανοί έπνιγαν τις επαναστάσεις των γκιαούρηδων.    

Αναντίρρητα, η διατήρηση του φαίνεσθαι είναι ζωτική σαν την πρώτη ανάσα του πρωινού. Όταν το πρώτο φως αντανακλάται από την ύλη καθιστώντας την ορατή στα μάτια μας σαν τον δευκαλίωνα που πρωταντίκρισε τη γειτονιά του μετά την υπερχείλιση του χειμάρρου πάνω στον οποίο έκτισαν οικονομικοί μετανάστες την αυθαίρετη οικία του. Σαν κι εμένα που ξαναδιαβάζω αυτό το κείμενο, προϊόν μιας αργοπορημένης πρωταπριλιάς.

Δευτέρα 2 Μαρτίου 2015

Ένα φαινόμενο

που διέφυγε της προσοχής μου σε αυτό εδώ το blog είναι η βαρύτητα. Έχω ασχοληθεί εκτενώς με το χρόνο και τις παραφυάδες του όμως η βαρύτητα μου διέφευγε μέχρι τώρα.
Αντιλαμβανόμενος τη βαρύτητα της κατάστασης, αποφάσισα να αποκαταστήσω την αδικία που διατηρούσα χωρίς να το θέλω και να το ξέρω.

Είναι περίεργη η δύναμη που ασκεί η μεγάλη μάζα στη μικρή και η μικρή στη μεγάλη. Μια μεγάλη πέτρα κρατάει πάνω της νερά και ζώα καθώς αιωρείται στο κενό. Δεν είναι λογικό.
Σκέφτομαι, αν ήμουν δεμένος με ένα σκοινί στη γη. Ένα σκοινί τόσο μακρύ ώστε να φτάνει έξω από την ατμόσφαιρα. Θα με παρέσυρε άραγε η γη σαν ένα άκρο από ένα γιογιο;

Yo blogger αυτό δεν έχει καμμία σχέση με τη βαρύτητα, τί είναι αυτά που γράφεις. Αν η γη έχανε τη βαρύτητα για μια στιγμή θα έφευγαν άραγε οι ωκεανοί για να πάνε στη σελήνη; Κάποιοι θα ταξίδευαν μέχρι τον άρη για να γεμίσουν τις πέτρινες γαβάθες του.
Και μετά από αιώνες, οι ωκεανοί αυτοί θα πολεμούσαν με τους ωκεανούς της γης εκτοξεύοντας ψαροκόκκαλα.

Αν ένα ψαροκόκκαλο ζυγίζει ένα κιλό, τί τροχιά θα διαγράψει εκτοξευόμενο από ένα γυμνασμένο καρχαρία;
Αν μπορούσα να αλλάζω τη τιμή της βαρυτικής επιτάχυνσης η τροχιά του θα θύμιζε καρδιογράφημα παίκτη dota.

Και τα άστρα, οι πλανήτες αερίων; Δεν φαντάζει παράλογο που υδρογόνο ή θείο σε μεγάλες ποσότητες έλκουν... πέτρες; Σε αυτή τη σύντομη διατριβή, αυτό το επιφανειακό ξύσιμο της μυστηριώδους κι ανεξήγητης βαρύτητος δεν βημάτισα στη σωστή κατεύθυνση. Δεν πλησίασα ούτε στους πρόποδες της αλήθειας.
Χαμένος σε έναν λαβαρύτινθο όπου το αριστερά ξεχωρίζει εύκολα από το δεξιά, φωτεινό υπόδειγμα βουλής. Όμως το πάνω θα γινόταν κάτω αν μπορούσαμε να περπατάμε με τα κεφάλια μας. Όχι ότι θα κατέβαινε -ανέβαινε;- το αίμα στο κεφάλι.

Κυριακή 1 Φεβρουαρίου 2015

Σήμερα

θα ξυπνήσω περιμένοντας να φύγει ο χειμώνας σε τριάντα μέρες. Και σε τριάντα μέρες δεν θα έχει φύγει ο χειμώνας. Το κρύο θα συνεχίσει να απλώνεται πάνω από τα κοιμισμένα φυτά σαν κουβέρτα και οι άνεμοι να τραγουδούν τον βίαιο και όχι τον χαρούμενο σκοπό τους.
Ποιος ο σκοπός του ημερολογίου τότε, ποια η χρήση του. Ένα κοινά αποδεκτό ψέμα, μια σύμβαση που κάνουμε για να έχουμε κάποιες στοιχειώδες έννοιες πάνω στις οποίες στηρίζονται οι πιο περίπλοκες δομές του κόσμου μας.

Η πολεμική μου κατά του κόσμου και του ψεύδους που με τις παραφυάδες του βγαίνει σαν το αγριόχορτο που θρυμματίζει το τσιμέντο στο ταξίδι του προς τον ήλιο. Γιατί ποιο το νόημα του παρόντος blog αν όχι για την ανάδειξη της αλήθειας από τα αναχώματα της βιοπάλης, λερωμένης αλλά χωρίς αυτό να την κάνει λιγότερο πολύτιμη.
Τα πετράδια των βυθών με όλα τα περίεργα χρώματα που ελευθερώνουν είναι πέτρες μπροστά της.
Οι σοφοί και οι σπουδαίοι είναι άδεια φερέφωνα δίχως την ενέργειά της.

Ποιος ο σκοπός του blog αν όχι για να γεμίζει το χρόνο μου και να πολεμά την ανία. Την αποστολή του την ολοκλήρωσε αλλά γιατί να σταματήσω. Τί άλλο να κάνω μια φορά το μήνα που θα γεμίζει πιο ευχάριστα το χρόνο μου σε αυτή τη ζωή.
Δεν βρίσκω κάτι και συνεχίζω τις προσπάθειες να ξεπεράσω το νέφος με φως που δεν αντανακλούν τα μάτια μου αλλά με φως που εκπέμπουν αυτά. Μια δέσμη φωτονίων που σχηματίζεται στο κεφάλι και ενισχύεται στα μάτια για να ταξιδέψει μακριά φέροντας το μήνυμα που αποθήκευσα. Που δανείστηκα από τους προηγούμενους. Που αν μεταδοθεί, αν διαδοθεί σωστά δεν θα χρειαστεί να υπάρξουν επόμενοι που θα με θεωρούν κι εμένα προηγούμενο.

Το πριν και το μετά, αυτά τα παράγωγα της ψευδαίσθησης του χρόνου. Και το ημερολόγιο, η γραπτή του αποτύπωση. Τίποτα από αυτά δεν χρησιμεύει στον ακριβή προσδιορισμό του χρόνου φυσικά ή των φάσεων της φύσης, ονομαζόμενων καί εποχών.
Οι αλληλουχίες μονών και ζυγών αριθμών δεν φέρνουν ζέστη. Οι επιπτώσεις της βροχής δεν εξαρτώνται από τη πρόγνωση. Και ο Φεβρουάριος δεν θα διώξει το χειμώνα, αυτός φεύγει όταν έρχεται η ζέστη. Η ύπαρξη του ενός απαιτεί την απουσία του άλλου. Δεν έχει να κάνει με καταστάσεις αλλά απώλεια καταστάσεων που καταλήγει σε νέες και παλιές καταστάσεις.

Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2015

Το ποτήρι

γεμίζει μέχρι τα χείλη με διάφανο υγρό κρυστάλλινης υφής. Μια γουλιά σε ταξιδεύει σε ξερά καλοκαίρια με δυσώδη φυτά και ζώα, χαραγμένα στο δέρμα με τη βελόνα των αναμνήσεων φτάνουν βαθύτερα από τα πρόσκαιρα μαυρίσματα.
Ο κόσμος γυρίζει και καμπυλώνει στις άκρες των ματιών σου σαν ορίζοντας στη θάλασσα των ονείρων, την οποία αποκτάς το προνόμιο να κολυμπήσεις στον ξύπνιο σου.
Είναι ο ιδρώτας που εκκρίνεται τα νερά της.
Και η σταδιακή αφύπνιση, υλοποιείσαι σταδιακά στον κόσμο μας ξανά, επανεμφανίζεσαι μετά το ταξίδι ενώ η περιεκτικότητα του υγρού αραιώνει στο αίμα σου.

Το ανακάτεμα
Το καθαρό υγρό μπορεί να σε στείλει μακρύτερα από όσο θέλεις και για περισσότερο χρόνο. Για αυτό και το νερώνεις. Αυτή η πράξη νόθευσης δεν είναι κακόβουλη. Ο συμβιβασμός δεν είναι προαιρετικός στη ζωή, είναι αναγκαίος. Χωρίς αυτόν δεν υφίσταται ζωή, τουλάχιστον όχι για τους πολλούς.
Αραιώνεις το υγρό γιατί δεν είσαι έτοιμος να δεις το όνειρο σε όλο το μεγαλείο του. Η πραγματικότητα έχει ρίξει τις προσδοκίες σου και πιο δύσκολα γίνεται ο απαισιόδοξος, αισιόδοξος παρά ο αισιόδοξος, απαισιόδοξος.

Το βράσιμο
Τα μαζεύεις και συνθλίβεις τις μορφές τους για να αλλάξεις την ιδέα που αντιπροσωπεύουν. Μια μάζα χωρίς σκοπό, έρμαιο της μεταβολής που φέρνουν οι θηρευτές της. Η μετουσίωση ξεκινά εδώ.
Αόρατη στο μάτι που βλέπει τον πηλό να σκουραίνει και να κοχλάζει αναδύοντας τις άσχημες οσμές που αντιπροσωπεύουν όλα για όσα μετάνιωσε κατά το κύκλο ζωής του και τις ευχάριστες να αναμιγνύονται διακριτικά στη δυσωδία σαν το αμυδρό φως της ελπίδας σε έναν ερεβώδη γαλαξία χωρίς άστρα.
Μετά την πολυήμερη ευωχία, η μάζα έχοντας χάσει κάθε χαρακτηριστικό της αρχικής της ταυτότητας παραμένει ζωντανή καρτερώντας την επιστροφή των θηρευτών της.
Και τότε ρίχνεται στη φλόγα για να εξαγνιστεί. Μέσα από την παλιά ύλη να διαφανεί η νέα της ταυτότητα, η ιδέα που θα την αντιπροσωπεύσει μελλοντικά.
Ατμός και πνεύματα ταξιδεύουν σε βυθισμένα καμπυλωτά μονοπάτια πριν καταλήξουν σε δοχεία πυρακτωμένης άμμου.

Η συλλογή
Τις τελευταίες μέρες της ζωής του φυτού, πριν αυτό πεθάνει προσωρινά βλέποντας τα βλαστάρια που στωικά τροφοδοτούσε για τελευταία φορά, με πυρακτωμένα χώματα από τα σπλάχνα της γης τα απογαλακτίζουμε.
Είναι το πρώτο στάδιο μιας διαδικασίας που καταλήγει στη μέθη, είναι η στιγμή του ανθρώπου να διεκδικήσει την καρποφορία που ευοδώθηκε.
Και είναι μια υπόσχεση για επιστροφή στη τελετουργία όταν ο καιρός ωριμάσει και η νέα σοδειά αβέβαια ανοίξει τα μάτια της μέσα από πλεκτά κλωνάρια καλώντας τις μέλισσες να πιουν τη λύπη της και να στοιβαχθεί σαν τους προγόνους της.
Και τότε να εκπληρώσει το πεπρωμένο της, χαρίζοντας όνειρα στους δίκαιους και εφιάλτες στους αδίκους σε αυτό το μακάβριο πανηγύρι.