Κυριακή 1 Ιουλίου 2018

Το πριν και το μετά

Στις σκόρπιες σκέψεις μου υπάρχει μια που συναντώ συχνότερα, σαν μια συγκεκριμένη πέτρα σε έναν σωρό από πέτρες που καταλήγει πάντα στο χέρι σου όταν πας να πιάσεις μία.
Είναι αυτός ο μαγνητισμός που με κάνει να επιστρέφω στην ίδια υπόθεση. Άραγε υπήρχα και πριν υπάρξω ως άνθρωπος και αν ναι, τί με οδήγησε να δεχτώ την ενσάρκωση, αν βέβαια ήταν δική μου η επιλογή και δεν είμαι απλώς ένα γρανάζι στο μηχανισμό μιας αμφίβολης αιτιοκρατίας.

Μήπως ήμουν ανήμπορος να προβλέψω τη φρίκη της παράδοξης ανθρώπινης ύπαρξης ή ίσως αυτό ακριβώς ήταν το κίνητρο της μακάβριας επιλογής μου. Όπως όταν εδώ επιλέγω να παίξω ένα τρομακτικό παιχνίδι που μου επιτρέπει να βιώσω τον ανείπωτο τρόμο που κρύβεται στο χαοτικό σύμπαν από την ασφάλεια του ανατομικού μου καθίσματος.

Με τα χρόνια οι αναμνήσεις και τα βιώματα παύουν να μου ανήκουν και γίνονται ιστορίες ενός άλλου ανθρώπου που αντικατέστησα σταδιακά, κύτταρο προς κύτταρο.
Τα μέρη, οι μυρωδιές και οι ήχοι δεν ανακαλούν συναισθήματα, είναι απλά δεδομένα που γεμίζουν τις αποθήκες αναμνήσεων για να μείνει έξω το κενό από το οποίο προήλθα.

Γίνομαι όλο και λιγότερο ο άνθρωπος που ξεκίνησα να είμαι, γίνομαι όλο και περισσότερο αυτός που ήμουν πριν γίνω άνθρωπος. Το πέρασμα του χρόνου δεν με απομακρύνει από την αφετηρία αλλά με φέρνει σε αυτήν.
Όταν φτάσω στην αρχή πάλι, ελπίζω να μην ξανακάνω το λάθος να ξαναέρθω εδώ. Σίγουρα, μπορεί στον διαστημικό εαυτό μου όλο αυτό να φαντάζει σαν μια σύντομη διασκέδαση που τον αποσπά από τη βαρεμάρα της περιπλάνησης σε ένα ανούσιο σύμπαν όμως πρέπει να φροντίσω να μην ξανάρθω.

Καμία ειδοποίηση δεν είναι αρκετή, θα πρέπει να περάσω τη βασικότερη ανάμνηση από το τελωνείο των ψυχών για να μου θυμίσω πως αυτή η ζωή είναι χειρότερη και από παιχνίδι τρόμου, αυτή η ζωή με έκανε σχεδόν να πιστέψω πως δεν υπήρχα πριν.

Η ψευδαίσθηση καταρρέει από το βάρος της άκαμπτης τάξης πραγμάτων που πάει να γράψει πάνω από τον δικό μου κώδικα και να εστιάσει το βλέμμα από το πάντα στο τώρα.