Παρασκευή 1 Ιουνίου 2018

Ξεχασμένο κομμάτι

Ξύπνησα στο δροσερό πάτωμα μιας άδειας αίθουσας και δεν ένιωθα κούραση ή πόνο. Δίπλα μου το έργο με το οποίο λογικά καταπιάστηκα το προηγούμενο βράδυ, ένα ψηφιδωτό σχεδόν ολοκληρωμένο με μόνο ένα κομμάτι να λείπει.
Προσπάθησα να θυμηθώ γιατί το ξεκίνησα αλλά δεν μπορούσα και βγήκα από την αίθουσα για να βρω αυτόν που παρήγγειλε το έργο. Τελικά βρισκόμουν σε ένα παλάτι, άδειο, στη μέση μιας ερήμου.

Αντί να προσπαθήσω να βρω το δρόμο για το σπίτι και να ξεχάσω αυτό το μέρος, αποφάσισα να ψάξω για το χαμένο κομμάτι του ψηφιδωτού. Πέρασα από την άνυδρη έρημο στα βραχώδη όρη που την περικύκλωναν, σαν τοιχώματα ενός καζανιού.
Η αναζήτηση του χαμένου κομματιού μετατράπηκε σε εμμονή. Δεν με ένοιαζε τόσο η ολοκλήρωση του έργου όσο ο λόγος που το κομμάτι έλειπε. Και πώς ήξερα ότι έλειπε και ότι πολύ απλά δεν είχε φτιαχτεί ποτέ.

Το έργο απεικόνιζε ένα αφηρημένο σχήμα που μου θύμιζε εμένα. Δεν μπορούσα όμως να καταλάβω γιατί ακριβώς, χωρίς το τελευταίο κομμάτι. Περπάτησα στα ίχνη μου για να βρω αυτό που έκρυψα και λίγο πριν τα καταφέρω, γύρισα πίσω. Αν και μου έλειπε η ανάμνηση, ο φόβος του τί θα συναντούσα όταν ξαναέβρισκα το κομμάτι, ο φόβος του τί θα ξαναγινόμουν, ήταν αρκετός για να με τραβήξει σαν σκοινί που ανεβάζει έναν δύτη από τον βυθό του υποσυνειδήτου του.

Και κάπου εκεί, σε εκείνη την έρημο, το παλάτι σκεπάστηκε από την άμμο του χρόνου περιμένοντας άλλη μια ανεμοθύελλα να με φέρει εκεί για να κοιμηθώ, να ξυπνήσω και βλέποντας το ψηφιδωτό, να αναζητήσω ξανά το κομμάτι μου που έκρυψα. Κάποια πράγματα λειτουργούν καλύτερα χώρια.